Η ηθοποιός με την υπέροχη και αρχοντική εμφάνιση για πολλά χρόνια κουβαλούσε τον δικό της βαρύ σταυρό. Κι ανέβαινε τον Γολγοθά της με στωικότητα, διακριτικότητα και αξιοπρέπεια. Χωρίς να αφήνει περιθώρια σε άλλους για να της ρίξουν μια διαφορετική ματιά, κυρίως αυτή της λύπησης. Και ίσως σε αυτό να οφείλεται το γεγονός ότι ο θάνατός της το 2006 έγινε γνωστός μήνες μετά.
Το άγνωστο οικογενειακό δράμα
Η αδελφή της Κούλας Αγαγιώτου από τον γάμο της απέκτησε τον Δημήτρης Ζάγκα, αλλά χώρισε ενώ το παιδί ήταν μωρό ακόμη. Η μητέρα κλείστηκε στο ψυχιατρείο και το παιδί μεγάλωσε με την ηθοποιό θεία του, αλλά και τη γιαγιά του.
Η ηθοποιός τον αγαπούσε πολύ και τον μεγάλωσε σαν δικό της παιδί, προσπαθώντας να μην του χαλάει χατίρι. Αλλά το παιδί μεγαλώνοντας έδειχνε αλλόκοτα σημάδια στη συμπεριφορά του. Εγκατέλειψε το σχολείο στα πρώτα χρόνια του γυμνασίου, επειδή, όπως έλεγε, οι συμμαθητές του τον κορόιδευαν γιατί δεν έλεγε το «ρ».
Ήταν φανατικός θαυμαστής του Τζακ του Αντεροβγάλτη και του Ρωμαίου αυτοκράτορα, Καλιγούλα. Περνούσε ατελείωτες ώρες στις κινηματογραφικές αίθουσες παρακολουθώντας ταινίες με εγκλήματα. Όποτε έβλεπε κηδεία στο δρόμο, ακολουθούσε την πομπή και περίμενε να δει την ταφή του νεκρού.
Έβγαινε από το σπίτι του μόνος τα βράδια και πολλές φορές κοιμόταν σε νεκροταφεία και έβαφε τα δόντια του κόκκινα για να μοιάζει με ένα ακόμη είδωλό του, τον Δράκουλα. Στα 16 του νοσηλεύτηκε για πέντε μήνες σε ψυχιατρική κλινική, όπου και αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει, ενώ πολλές φορές είχε επιτεθεί σε συγγενικά του πρόσωπα αλλά και σε ζευγάρια στον Λυκαβηττό χωρίς, ωστόσο, ποτέ να γίνει κάποια επίσημη καταγγελία στις αρχές.
Ο ανιψιός της ηθοποιού σύντομα εκδήλωσε την «επιθυμία» να διαπράττει εγκλήματα σε βάρος γυναικών, έχοντας ως στόχο -όπως ο ίδιος είχε ομολογήσει- να σκοτώσει όσες πιο πολλές γυναίκες μπορούσε. Και μετά να σκοτωθεί και ο ίδιος σε συμπλοκή.
Όπως εξήγησε, μισούσε τις γυναίκες γιατί τον απέρριπταν. Μάλιστα, ισχυρίστηκε πως στα 16 του χρόνια τον εγκατέλειψε το κορίτσι που αγαπούσε, εξ αιτίας της σεξουαλικής ανικανότητας που του είχε προκαλέσει μία εγχείρηση στην οποία είχε υποβληθεί όταν ήταν 13 ετών, επειδή έπασχε από υποσπαδία.
Επιπλέον, μισούσε τη μητέρα του γιατί τον γέννησε άσχημο, θεωρώντας πως ήταν χειρότερος από τον Κουασιμόδο και όλοι τον αποστρέφονταν γι’ αυτό. Μισούσε όμως και τη θεία του, γιατί τον κατέδωσε στην αστυνομία αλλά και γιατί δεν του έδινε τα χρήματα που χρειαζόταν, ώστε να κάνει πλαστική εγχείρηση για να μοιάσει στον Δον Ζουάν.
Το έγκλημα που συγκλόνισε το πανελλήνιο
Ήταν τα μεσάνυχτα της 23ης Απριλίου του 1964 όταν στη διασταύρωση των οδών Β. Γεωργίου και Πρατίνου, στο Παγκράτι, βρέθηκε νεκρή μια γυναίκα, η Μαρία Μπαβέα. Περαστικοί είδαν την αιμόφυρτη τη νεαρή γυναίκα στη μέση του δρόμου και ειδοποίησαν την αστυνομία. Στον τόπο του εγκλήματος δεν εντοπίστηκαν σημαντικά στοιχεία.
Οι αστυνομικές Αρχές ξεκίνησαν τις έρευνες αλλά τις ημέρες που ακολούθησαν -και αφού εξάντλησαν κάθε πιθανότητα- βρέθηκαν σε αδιέξοδο.
Όμως τα πάντα άλλαξαν όταν στις 13 Μαΐου του 1964 έφτασε στα χέρια της αστυνομίας ένα μαχαίρι που έφερε ίχνη ανθρώπινου αίματος. Σύντομα βρέθηκαν στη λύση του μυστηρίου και στον δολοφόνο της κοπέλας. Και δεν ήταν άλλος από τον Δημήτρη Ζάγκα, ανιψιός της ηθοποιού Κούλας Αγαγιώτου, ο οποίος ομολόγησε το έγκλημα.
Σύμφωνα με την ομολογία του, την μαχαίρωσε πισώπλατα χωρίς να της πει ούτε μια λέξη και στη συνέχεια πήγε στο σπίτι του, όπου έφαγε και κοιμήθηκε.
Ο ρόλος της ηθοποιού στη σύλληψή του
Η Κούλα Αγαγιώτου, λίγες ημέρες μετά τη δολοφονία επέστρεψε στο σπίτι της από τη Θεσσαλονίκη, όπου εμφανιζόταν στον θίασο της Σμαρούλας Γιούλη. Ρώτησε τον ανιψιό της, αν είχε κάποιο πιστόλι κι εκείνος της μίλησε για το μαχαίρι. Του το ζήτησε, το πήρε και αμέσως η ηθοποιός το παρέδωσε σ’ ένα φίλο της ανθοπώλη για να το πετάξει.
Όταν η ηθοποιός ενημερώθηκε από την ξαδέρφη της για το αιματοβαμμένο πουκάμισό του που της είχε πάει να πλύνει, συνδύασε όλα τα γεγονότα και κατάλαβε τι ακριβώς συμβαίνει. Πήρε πίσω από τον ανθοπώλη το μαχαίρι και το παρέδωσε σ’ έναν δικηγόρο, εκφράζοντας υπόνοιες ότι ο ανιψιός της ήταν δολοφόνος. Ο δικηγόρος με τη σειρά του το παρέδωσε στην αστυνομία η οποία και συνέλαβε το νεαρό.
Η ιστορία πήρε τεράστιες διαστάσεις -όπως ήταν αναμενόμενο- ενώ τα βλέμματα της κοινής γνώμης στράφηκαν στη δίκη, όπου η ηθοποιός μεταξύ άλλων, εξηγούσε πόσο αγαπούσε τον ανιψιό της, τον οποίο μεγάλωσε και προσπαθούσε να μην του χαλάει χατίρι.
«Γιατί να μη του κάμω όλα τα χατίρια, αφού ήταν άρρωστος και φοβόμουν το τέλος του; Γιατί να μη στερηθώ τα πάντα προς χάριν του;» είχε καταθέσει μεταξύ άλλων.
Τελικά, το δικαστήριο έκρινε ότι «ο κατηγορούμενος ήταν ανιάτως φρενοβλαβής και επικίνδυνος». Αν και κρίθηκε ένοχος για το φόνο, του αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της πλήρους συγχύσεως και διατάχθηκε ο εγκλεισμός του σε ψυχιατρική κλινική. Και κάπως έτσι γράφτηκε ο επίλογος της αιματοβαμμένης οικογενειακής ιστορίας της Αγαγιώτου, την οποία κουβαλούσε πάντα μέσα της.
Το Ρετιρέ και ο μοναχικός θάνατος
Την ηθοποιό σέβονταν όλοι οι συνάδελφοί της και είχαν να λένε για τον ακέραιο χαρακτήρα της. Μπορεί να μην υπήρξε πρωταγωνίστρια, όμως το ταλέντο της ήταν μεγάλο και την έκανε να ξεχωρίζει. Από τις σειρές – σταθμούς στην καριέρα της ήταν ο «Μεθοριακός σταθμός» κι εννοείται το «Ρετιρέ».
Στα πρώτα χρόνια της ιδιωτικής τηλεόρασης βγήκε στον «αέρα» του Mega, η σειρά του Δαλιανίδη και σε αυτή η Αγαγιώτη υποδύεται την Σοφία Σοφιανού, μητέρα της νευρωτικής Κατερίνας (Κατερίνα Γιουλάκη). Ο γλυκός της χαρακτήρας και το γεγονός ότι την έκανε ο, τι ήθελε η εγγονή της (Τζόυς Ευείδη) την έκανε αγαπητή στο τηλεοπτικό κοινό.
Η σειρά προβλήθηκε και συνεχίζει να προβάλλεται σε επανάληψη και ο χαρακτήρας της δύσκολα ξεχνιέται. Όμως, φαίνεται πως ξεχάστηκε η ίδια, αφού όπως και άλλοι συνάδελφοί της είχε έναν μοναχικό θάνατο. Όπως μοναχικός ήταν και ο θάνατος της συμπρωταγωνίστριάς της στη σειρά, Βίκυς Βανίτα.
Η Κούλα Αγαγιώτου έφυγε από τη ζωή στις 25 Οκτωβρίου το 2006. Πέθανε στο σπίτι της στο Κουκάκι, ενώ ο θάνατός της έγινε γνωστός μήνες μετά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου